Μουσικά όργανα μινιατούρες γ
Μουσικά όργανα μινιατούρες γ
Μουσικά όργανα μινιατούρες γ 16εκ
Παρέχουμε ασφαλή λειτουργία περιήγησης στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα
Όλα τα προϊόντα αποστέλλονται με προσοχή στην συσκευασία
Παρέχουμε την δυνατότητα επιστροφής σε όλα μας τα προϊόντα.
Μουσικά όργανα μινιατούρες γ
Μουσικά όργανα μινιατούρες γ
Μουσικά όργανα μινιατούρες γ. Λύρα, λαγούτο, μπουζούκι, βιολί όλα συναρμολογημένα και βαμμένα στο χέρι. 16 εκ. ύψος με μαγνήτη ψυγείου.
Η Κρητική λύρα είναι ξύλινο χορδόφωνο (έγχορδο μουσικό όργανο). Έχει συνήθως τρεις χορδές, σε νότες Σολ-Ρε-Λα και παίζεται τρίβοντας ένα δοξάρι στις χορδές της. Κατέχει κεντρική θέση στην παραδοσιακή μουσική της Κρήτης και άλλων νησιών του Αιγαίου και των Δωδεκανήσων. Ήταν γνωστή για πρώτη φορά στην Βυζαντινή Κρήτη, με κάποιες περαιτέρω τροποποιήσεις που σημειώθηκαν τον 20ο αιώνα για να δώσει στο όργανο έναν πιο ισχυρό ήχο και προβολή. Θεωρείται η πλέον δημοφιλής παραλλαγή της βυζαντινής λύρας που χρησιμοποιείται σήμερα. Τα μέρη μιας Κρητικής λύρας είναι συνήθως κατασκευασμένα από διαφορετικούς τύπους ξύλου. Οι χορδές είναι από έντερο ή μέταλλο.
Το Λαγούτο ρολόι ή λαγούτο, είναι έγχορδο όργανο, που στην ελληνική παραδοσιακή μουσική χρησιμοποιείται κυρίως σαν συνοδεία σε βιολί, λύρα, κλαρίνο, ή άλλα Μουσικά όργανα μινιατούρες
Το λαούτο αποτελεί σύνθεση στοιχείων από την αρχαιοελληνική πανδούρα μακρύ χέρι. Συγγενεύει με το ούτι αλλά έχει μεγαλύτερο μπράτσο. Κουρδίζεται Μι Λα Ρε Σολ (κρητικό λαούτο) και Λα Ρε Σολ Ντο (στεριανό και νησιώτικο λαούτο), από κάτω προς τα πάνω. Είναι όργανο υποτιμημένο, ιδιαίτερα στις στεριανές περιοχές -χρησιμοποιείται όμως αρκετά στα νησιά- παρ'όλα αυτά οι σολιστικές δυνατότητές του είναι πολύ μεγάλες. Ο δεξιοτέχνης του λαούτου Χρήστος Ζώτος συνέβαλε στην ανάδειξη του λαούτου δημιουργώντας μια δική του τεχνική.
Η χρήση του είναι πολύ διαδεδομένη στην Κρήτη, όπου συνοδεύει κυρίως το βιολί και τη λύρα, καθώς και στην Κύπρο, όπου συνοδεύει συνήθως το βιολί. Πολλές φορές όμως, το συναντάμε και μόνο του ή σε ζευγάρια.
Η οικογένεια του λαούτου είναι πολύτεκνη, αποτελείται δηλαδή και από άλλα όργανα, όπως η λάφτα η οποία λέγεται και πολίτικο λαούτο, το μπονγκ και το αφρικανικό φλάουτο.
Το λαούτο στην Κρήτη συνηθίζεται να λέγεται λαγούτο
Η λύρα ή κεμεντζές είναι το κατεξοχήν λαϊκό Μουσικά όργανα των Ελλήνων του Πόντου και των προσφύγων από την εν λόγω περιοχή. Ανήκει στην κατηγορία των εγχόρδων τοξοτών μουσικών οργάνων, δηλαδή που χειρίζονται με τόξο δοξάρι.
Έχει τρεις χορδές, συνήθως κουρδισμένη σε τέταρτες καθαρές με νότες ΣΙ-ΜΙ-ΛΑ. Φαίνεται να επινοήθηκε κατά τα Βυζαντινά χρόνια, μεταξύ 11ου και 12ου Αιώνα. Κατασκευάζεται από διάφορους τύπους ξύλων. Έχει ένα ευρύ ρεπερτόριο κυρίως όμως μουσικής.
Τα πρώτα έγχορδα όργανα με χορδές ήταν ως επί το πλείστον νυκτά, παίζονταν δηλαδή με τα νύχια. Τα δίχορδα, τοξωτά όργανα, που παίζονται σε όρθια θέση και έφεραν δοξάρι από αλογοουρά, μπορεί να προέρχονται από τους νομαδικούς εφίππους πολιτισμούς της Κεντρικής Ασίας, σε μορφές που μοιάζουν πολύ με τη σύγχρονη Μογγολική Μορίν Χουρ και το Καζακστανικό Κόμπιζ. Παρόμοιοι και διάφοροι τύποι διαδόθηκαν πιθανώς κατά μήκος εμπορικών οδών Ανατολής-Δύσης από την Ασία στη Μέση Ανατολή[1][2] και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.[3][4] Ο άμεσος πρόγονος όλων των ευρωπαϊκών τοξωτών οργάνων (άρα πιθανόν και της Ποντιακής λύρας) είναι το αραβικό ρεμπάμπ , το οποίο εξελίχθηκε στη βυζαντινή λύρα τον 9ο αιώνα και αργότερα στο ευρωπαϊκό ρεμπέκ.
Η Ποντιακή λύρα φαίνεται να δημιουργήθηκε μεταξύ 11ου και 12ου Αιώνα, όταν ο Πόντος ήταν τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ενώ η ονομασία Κεμεντζές πρωτοεμφανίστηκε κατά τον 10ο Αιώνα.Το μπουζούκι είναι λαουτοειδές έγχορδο λαϊκό μουσικό όργανο, με αχλαδόσχημο αντηχείο (σκάφος) από επιμήκεις ξύλινες λορίδες, τις ντούγιες, και μακρύ βραχίονα, το μπράτσο ή μάνικο με κλειδιά στην άκρη για το χόρδισμα (κούρδισμα).
Κατά μήκος του βραχίονα υπάρχουν λεπτά μεταλλικά ελάσματα, κάθετα προς τον επιμήκη άξονα του βραχίονα, που σφηνώνονται σε μία λεπτή σχισμή και λέγονται τάστα. Τα διαστήματα ανάμεσα στα τάστα, οριοθετούν την απόσταση του ημιτονίου.
Το σύγχρονο μπουζούκι διαθέτει τρεις ή τέσσερις διπλές χορδές τις οποίες χτυπά ο μουσικός με ένα μικρό πλήκτρο την πένα. Αρχικά το μπουζούκι έφερε τρία ζεύγη μεταλλικών χορδών κουρδισμένες σε τόνους ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ (υπάρχουν επίσης αναφορές για επτάχορδα ή και οκτάχορδα τριφωνικά μπουζούκια πάλι σε χόρδισμα ΡΕ-ΛΑ-ΡΕ, με τη διαφορά ότι η μπάσα ΡΕ και άλλοτε και η ΛΑ αποτελούνταν από 3 χορδές), ενώ αργότερα απέκτησε τέταρτο ζεύγος και κούρδισμα ΡΕ-ΛΑ-ΦΑ-ΝΤΟ (πάλι ανά ζεύγος) μινιατούρες
Παλιότερα τα κουρδίσματα άλλαζαν ανάλογα με τον μουσικό δρόμο της εκτελούμενης μελωδίας. Οι τρόποι αυτοί διατηρήθηκαν μέχρι τον μεσοπόλεμο και χάθηκαν σταδιακά, οριστικά δε με την επικράτηση του τετράχορδου.
Το όργανο δεν έχει την τυπική αχλαδόσχημη μορφή, καθώς το ηχείο έχει σχεδόν ημισφαιρικό σχήμα θυμίζοντας περισσότερο λαούτο με κοντό βραχίονα. Η κεφαλή είναι επίπεδη. Στην πρόσοψή της φέρει σκάλισμα κρητικής ξυλογλυπτικής τεχνοτροπίας, με τρεις οπές για την τοποθέτηση κάθετων ξύλινων κλειδιών, και μία οπή για τη θέση του κλέφτη. Τα κλειδιά που σώζονται σήμερα είναι όλα διαφορετικά. Το νεότερο είναι κλειδί βιολιού που έχει τοποθετηθεί στη διακοσμητική οπή πάνω από την κανονική μεσαία οπή του κλειδιού.
Μπορεί επίσης να σας αρέσουν