Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο
    search
    • Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο

    Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο

    6,00 €
    .

    Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο 

    Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο 

    Χάντρες αρωματισμένες από μοσχοκάρυδο σε ένα όμορφο μπεγλέρι

    Χρώμα
    Ποσότητα

    • Ρώτησε μας τώρα
      Ασφάλεια

    Παρέχουμε ασφαλή λειτουργία περιήγησης στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα

      Παραλαβή

    Όλα τα προϊόντα αποστέλλονται με προσοχή στην συσκευασία

      Αποστολή και επιστροφή

    Παρέχουμε την δυνατότητα επιστροφής σε όλα μας τα προϊόντα.

    Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο 

    Ανθεκτικό, ελαφρύ, σύντροφος στις ποιο προσωπικές σας σκέψεις..

    Με φούντα ή χωρίς ,το μοσχοκάρυδο σε ταξιδεύει με το μοναδικό άρωμα του και την μοναδική αίσθηση που δίνει στα χέρια του χρήστη.. 

    Το Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο (επίσης γνωστό στην Ινδονησία ως pala) είναι ένα από τα δύο μπαχαρικά - το ​​άλλο είναι το μασίς - τα οποία προέρχονται από διάφορα είδη δέντρων του γένους Myristica.[1] Το πιο σημαντικό εμπορικό είδος είναι η Μυριστική η ευώδης (Myristica fragrans), ένα αειθαλές δέντρο ιθαγενές στις Νήσους Μπάντα στις Μολούκες Νήσους (ή Νησιά των μπαχαρικών) της Ινδονησίας.

    Καρποί μοσχοκαρυδιάς στο δέντρο στην Κεράλα, Ινδία.

    Το μοσχοκάρυδο είναι ο σπόρος του δέντρου, ωοειδούς περίπου σχήματος, μήκους 20 έως 30 χιλ. (0,8 έως 1,2 ίντσες), πλάτους 15 έως 18 χιλ. (0,6 έως 0,7 ίντσες) και βάρους μεταξύ 5 και 10 g (0,2 και 0,4 ουγκιές (oz)) αποξηραμένo, ενώ το μασίς είναι η αποξηραμένη «δαντελωτή» κοκκινωπή κάλυψη ή το επίσπερμο (αγγλικάaril) του σπόρου.

    Η πρώτη συγκομιδή των δέντρων μοσχοκάρυδου, λαμβάνει χώρα 7-9 χρόνια μετά τη φύτευσή τους και τα δέντρα φτάνουν την πλήρη παραγωγή τους μετά από είκοσι χρόνια. Το μοσχοκάρυδο χρησιμοποιείται συνήθως σε μορφή σκόνης. Αυτός είναι ο μοναδικός τροπικός καρπός που είναι η πηγή δύο διαφορετικών μπαχαρικών. Επίσης, αρκετά άλλα εμπορικά προϊόντα παράγονται από τα δέντρα, συμπεριλαμβανομένων αιθέριων ελαίων, εξάγονται ελαιορητίνες και βούτυρο του μοσχοκάρυδου. 

    Το  Μπεγλέρι μοσχοκάρυδο είναι γνωστό ότι ήταν ένα πολύτιμο και δαπανηρό μπαχαρικό στην Ευρωπαϊκή μεσαιωνική κουζίνα ως αρωματική ύλη, φάρμακο και συντηρητικό. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης (759 - 826) επέτρεπε στους μοναχούς του να πασπαλίζουν μοσχοκάρυδο στην φάβα (pease pudding), όταν επρόκειτο να την φάνε. Στους Ελισαβετιανούς χρόνους, επειδή το μοσχοκάρυδο πίστευαν ότι αποκρούει την πανούκλα, η ζήτηση του αυξήθηκε και η τιμή του εκτινάχθηκε στα ύψη.[10]

    Μέχρι τα μέσα του 19ου αιώνα, το μικρό νησί της Μπάντα (γνωστό στους πρώτους Άγγλους τυχοδιώκτες ως η Νήσος Ραν (Run) αν και είναι ένα διαφορετικό νησί και τα δύο είναι πλέον μέρος των Νήσων Μπάντα), ήταν η μοναδική πηγή στον κόσμο, του μοσχοκάρυδου και του μασίς.

    Το μοσχοκάρυδο ήταν γνωστό ως ένα πολύτιμο αγαθό από τους Μουσουλμάνους ναύτες από το λιμάνι της Βασόρας (συμπεριλαμβανομένου του πλασματικού χαρακτήρα Σεβάχ του Θαλασσινού, στις Χίλιες και Μία Νύχτες). Το μοσχοκάρυδο κυκλοφόρησε στο εμπόριο από τους Άραβες κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα και επωλείτο στους Βενετούς σε υψηλή τιμή, αλλά οι έμποροι δεν αποκάλυψαν την ακριβή τοποθεσία από την πηγή τους στο κερδοφόρο εμπόριο του Ινδικού Ωκεανού και κανένας Ευρωπαίος δεν ήταν σε θέση να συναγάγει την τοποθεσία της.

    Τον Αύγουστο του 1511, ο Αφόνσο ντε Αλμπουκέρκε (Afonso de Albuquerque) κατέκτησε τη Μαλάκα, η οποία την εποχή εκείνη ήταν το κομβικό σημείο των Ασιατικών συναλλαγών, για λογαριασμό του βασιλιά της Πορτογαλίας. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, αφού εξασφάλισε τη Μαλάκα και έχοντας μάθει για την τοποθεσία του Μπάντα, Ο Αλμπουκέρκε έστειλε μια αποστολή τριών πλοίων με επικεφαλής τον φίλο του António de Abreu για να το βρει. Μαλαισιανοί πιλότοι, που είτε είχαν προσληφθεί ή δια της βίας επιστρατευθεί, τους καθοδήγησαν μέσω της Ιάβας, των Μικρών Σούνδων και της Νήσου Αμπόν στη Νήσο Ραν, φτάνοντας στις αρχές του 1512.

    Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που έφτασαν στα Μπάντα, η αποστολή παρέμεινε στη Μπάντα για περίπου ένα μήνα, αγοράζοντας και γεμίζοντας τα πλοία τους με μοσχοκάρυδο και μασίς από τη Μπάντα και με γαρίφαλα στο οποίο η Μπάντα είχε ένα ακμαίο διαπεριφερειακό εμπόριο (entrepôt trade).[Σημ. 8][12][13] Οι πρώτες γραπτές μαρτυρίες της Μπάντα είναι στο Suma Oriental, ένα βιβλίο που γράφτηκε από τον Πορτογάλο φαρμακοποιό Tomé Pires, που έμεινε στη Μαλάκα από το 1512 έως το 1515. Ο πλήρης έλεγχος του εμπορίου αυτού από τους Πορτογάλους δεν ήταν δυνατός και παρέμειναν ως συμμετέχοντες χωρίς μια βάση στα νησιά.

    Το εμπόριο μοσχοκάρυδου, αργότερα στα μέσα του 17ου αιώνα, κυριάρχησε από τους Ολλανδούς. Οι Άγγλοι και οι Ολλανδοί, μέσω των ανταγωνιστικών τους Επιχειρήσεων των Ανατολικών Ινδιών και των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών, κατελήφθησαν από παρατεταμένους αγώνες για την απόκτηση του ελέγχου της Νήσου Ραν. Στο τέλος του δεύτερου Αγγλο-Ολλανδικού Πολέμου, οι Ολλανδοί απέκτησαν τον έλεγχο της Ραν, ενώ η Αγγλία ήλεγχε το Νέο Άμστερνταμ (Νέα Υόρκη) στη Βόρεια Αμερική.

    Οι Ολλανδοί διεξήγαγαν έναν αιματηρό πόλεμο το 1621, συμπεριλαμβανομένων και σφαγών για την υποδούλωση των κατοίκων του νησιού της Μπάντα και για τον έλεγχο της παραγωγής μοσχοκάρυδου στις Ανατολικές Ινδίες. Στη συνέχεια, τα νησιά Μπάντα χρησιμοποιήθηκαν σαν μια σειρά από κτήματα φυτείες, με τους Ολλανδούς να εξαπολύουν ετήσιες εκστρατείες με τοπικά πολεμικά σκάφη, προκειμένου να ξεριζώνουν τα δέντρα μοσχοκάρυδου που φυτεύονταν αλλού.

    Το 1760, η τιμή του μοσχοκάρυδου στο Λονδίνο ήταν 85-90 σελίνια ανά λίβρα, η τιμή διατηρείτο τεχνητά υψηλή από τους Ολλανδούς, οι οποίοι εθελοντικά έκαιγαν στο Άμστερνταμ, τις γεμάτες με Κομπολόι μοσχοκάρυδο αποθήκες τους.

    Ως αποτέλεσμα της Ολλανδικής μεσοβασιλείας[Σημ. 9] κατά τη διάρκεια των Ναπολεόντειων Πολέμων, οι Βρετανοί πήραν προσωρινά τον έλεγχο των νησιών Μπάντα, από τους Ολλανδούς και μεταφύτευσαν δέντρα μοσχοκάρυδου μαζί με χώμα τους, τη Σρι ΛάνκαΠενάνγκBencoolen και τη Σιγκαπούρη.[14] (Υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία ότι το δέντρο υπήρχε στη Σρι Λάνκα, ακόμη και πριν από αυτό).[15] Από αυτές τις θέσεις μεταφυτεύτηκαν στις άλλες αποικιοκρατικές τους εκμεταλλεύσεις αλλού, κυρίως τη Ζανζιβάρη και τη Γρενάδα. Η εθνική σημαία της Γρενάδας, που εγκρίθηκε το 1974, δείχνει μια στυλιζαρισμένη διάσπαση ανοικτού καρπού μοσχοκάρυδου (βλ. σχετ. φωτογραφία, με την σημαία της Γρανάδας). Οι Ολλανδοί διατήρησαν τον έλεγχο των νησιών των

    μπαχαρικών μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

    Κομπολόι μοσχοκάρυδο

    ΜΠ1

    Χαρακτηριστικά

    ΜΠΕΓΛΕΡΙ
    ΜΕΤΑΛΛΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
    ΜΟΣΧΟΚΑΡΥΔΟ ΑΡΩΜΑΤΙΣΜΕΝΟ
    ΧΡΩΜΑΤΑ

    Μπορεί επίσης να σας αρέσουν

    Σχόλια (0)
    Δεν υπάρχουν κριτικές πελατών προς το παρόν.