Κομπολόι καμήλα
Κομπολόι καμήλα
Κομπολόι καμήλα με 33 χάντρες από κόκκαλο καμήλας λευκό
Παρέχουμε ασφαλή λειτουργία περιήγησης στο ηλεκτρονικό μας κατάστημα
Όλα τα προϊόντα αποστέλλονται με προσοχή στην συσκευασία
Παρέχουμε την δυνατότητα επιστροφής σε όλα μας τα προϊόντα.
Κομπολόι καμήλα
Το κομπολόι αποτελεί αντικείμενο αξεσουάρ της Ελληνικής και Κυπριακής κουλτούρας, που είναι φτιαγμένο από χάντρες από κόκκαλο, κεχριμπάρι, ασήμι, γυαλί, ξύλο κ.λπ., τρυπημένες στο κέντρο και περασμένες σε νήμα του οποίου οι άκρες ενώνονται με κόμπο, και οι οποίες μετατοπίζονται αργά αργά η μία μετά την άλλη με τη βοήθεια των δακτύλων, ή περιστρέφεται όλο πέριξ των δακτύλων ως απασχόληση. Εκτός από νήμα, οι χάντρες μπορεί να ενώνονται με αλυσίδα, δέρμα, κ.λπ. Αποκαλείται επίσης, στην μάγκικη διάλεκτο, και μπεγλέρι αν και με αυτήν την ονομασία είναι γνωστό και ένα άλλο διαφορετικό, αλλά παρόμοιο αντικείμενο.
Το ελληνικό κομπολόι μοιάζει με τα προσευχητάρια που χρησιμοποιούνται σε διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις (ρωμαιοκαθολικό ροζάριο, μουσουλμανικό τασμπίχ, ορθόδοξο κομποσκοίνι) και μάλλον εξελίχθηκε από το κομποσκοίνι, αλλά είναι μοναδικό με την έννοια ότι δεν έχει καμία θρησκευτική ή τελετουργική σημασία. Χρησιμοποιείται για χαλάρωση, μεράκι, ως σύμβολο κοινωνικού κύρους, ως αγχολυτικό, ακόμη και ως μέσο περιορισμού του καπνίσματος. Ονομάζεται συχνά και εύχαντρο. Η λέξη υποδηλώνει τη διαδικασία εκκοσμίκευσης του κομπολογιού από εργαλείο προσευχής με στόχο τον εξαγνισμό του νου σε αντικείμενο ευχαρίστησης.
Το κομπολόι μαρτυρείται για πρώτη φορά σε εικόνα σε σπάνια φωτογραφία που χρονολογείται περί το 1840 στην Κάρυστο και παρουσιάζει έναν τοπικό άρχοντα με παραδοσιακή ενδυμασία να υποδέχεται τον Όθωνα, κρατώντας στα χέρια ένα κομπολόι.
Αραβική καμήλα
Το Βιβλίο της Γένεσης αναφέρει ότι η αραβική καμήλα είχε χρησιμοποιηθεί από νομαδικές φυλές από την 2η χιλιετία π.Χ., αλλά επειδή γράφηκε σε μεταγενέστερο χρόνο, οι πληροφορίες αυτές δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν. Λόγιοι, τοποθετούν την εξάπλωσή της, στον 1ο αιώνα μ.Χ., πριν την άφιξη των Ρωμαίων. Η περσική εισβολή του Καμβύση το 525 π.Χ. στην Αίγυπτο έφερε τα πρώτα εξημερωμένα ζώα στην περιοχή. Οι καμήλες από την Περσία, ωστόσο, δεν ήταν ιδιαίτερα επιφορτισμένες για το εμπόριο ή τα ταξίδια στη Σαχάρα, διότι οι -σπάνιες- διαδρομές που γίνονταν σε όλη την έρημο, πραγματοποιούνταν πάνω σε ιππήλατα άρματα.
Οι δρομάδες έγιναν κοινές μετά την Ισλαμική κατάκτηση της Βόρειας Αφρικής. Ενώ η εισβολή είχε επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό με άλογα, οι νέες διασυνδέσεις με τη Μέση Ανατολή επέτρεψαν τη μαζική εισαγωγή καμηλών. Αυτές οι καμήλες ήσαν καλά προσαρμοσμένες για μεγάλα ταξίδια στην έρημο, ενώ μπορούσαν να μεταφέρουν μεγάλα φορτία, επιτρέποντας σημαντικές συναλλαγές στη Σαχάρα, για πρώτη φορά. Στη Λιβύη, που χρησιμοποιήθηκαν για μεταφορές στο εσωτερικό της χώρας, το γάλα και το κρέας τους αποτελούσε τη βασική τοπική διατροφή.
Στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ,, η καμήλα χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στον πόλεμο, όταν ο βασιλιάς των Αχαιμενιδών, Κύρος ο Μέγας, έκανε χρήση αυτών των ζώων στους πολέμους εναντίον του Κροίσου της Λυδίας, το 547 π.Χ.. Από τότε, οι Πέρσες, οι Σελευκίδες, ο Μέγας Αλέξανδρος, οι Πάρθοι και οι Σασανίδες χρησιμοποιήσαν δρομάδες στον πόλεμο. Είχαν, επίσης, χρησιμοποιηθεί για τον ίδιο λόγο στις ανατολικές επαρχίες της Αιγύπτου, την Αραβία, την Ιουδαία, τη Συρία, την Καππαδοκία, και τη Μεσοποταμία.[3] Οι Ρωμαίοι, μάλιστα, διέθεταν ειδικό στρατιωτικό σώμα από αραβικές καμήλες με τους αναβάτες τους, οι οποίοι ονομάζονταν δρομεδάριοι. Η εξημέρωση των δρομάδων φαίνεται ότι ξεκίνησε στην κεντρική και νότια Αραβία, 4.000 χρόνια πριν, περίπου. Από εκεί διαδόθηκαν στην Εγγύς Ανατολή και στην Αφρική.
Χαρακτηριστικά
- ΚΟΚΚΑΛΟ ΚΑΜΗΛΑΣ
- 33 ΧΑΝΤΡΕΣ
ΛΕΥΚΟ ΧΡΩΜΑ
ΜΑΥΡΗ ΦΟΥΝΤΑ
Μπορεί επίσης να σας αρέσουν